ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

    Ιστορικά και παραδοσιακά στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες, η πολιτική πολιτισμού εξαντλείται σε θέματα επιχορήγησης, φορολογικών απαλλαγών ή ελαφρύνσεων και εκπαίδευσης στο χώρο του θεάματος και των καλών τεχνών.

Με την ανάδυση όμως μιας νέας οικονομίας διατομεακού και πολυδιάστατου χαρακτήρα όπως είναι η οικονομία του πολιτισμού και της δημιουργίας, επιτακτική κρίνεται η ανάγκη αλλαγής προσανατολισμού της ασκούμενης πολιτικής για τον πολιτισμό προς μια ενιαία εθνική στρατηγική αναπτυξιακού χαρακτήρα.

Ειδικότερα, εξαιτίας της πολύπλευρης επίδρασης της στρατηγικής αυτής στην πολιτιστική, οικονομική, τουριστική και εκπαιδευτική ανάπτυξη της χώρας, είναι λογικό η ευθύνη να είναι διαθεματική σε πολιτικό και διοικητικό επίπεδο, αλλά και να υπάρχει μια ανάλογη πολλαπλότητα των φορέων που συμμετέχουν.

Ευκρινές πλαίσιο

Απαιτείται σε κεντρικό επίπεδο η υιοθέτηση μιας ολιστικής θεώρησης του τομέα και των επιπτώσεών του, καθώς και η χάραξη ενιαίας και ολοκληρωμένης αναπτυξιακής πολιτικής. Εν όψει της ανάγκης αυτής, απαιτείται η λειτουργία ενός αποτελεσματικού θεσμικού φορέα για το συντονισμό των επιμέρους δράσεων όλων των φορέων, καθώς και η θέσπιση ενός καλά σχεδιασμένου, οργανωμένου και ευκρινούς ρυθμιστικού/κανονιστικού πλαισίου.

Συγκεκριμένα, προτείνεται:

  • Πρώτον, - Κράτος και υποδομές. Το κράτος θα πρέπει να συνεχίσει να παρέχει τις αναγκαίες υποδομές (εγκατάστασης, μεταφοράς, διανομής, πρόσβασης στην τεχνολογία και επικοινωνία) που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία του τομέα. Περαιτέρω, μέσω των δημόσιων επενδύσεων θα πρέπει να προστατεύει και να διατηρεί το πολιτιστικό κεφάλαιο που αποτελεί τη βασική εισροή παραγωγής των προϊόντων πολιτισμού. - Διυπουργικό Παρατηρητήριο για τον πολιτισμό και τη δημιουργία. Ο νέος αυτός θεσμικός φορέας θα έχει γνωμοδοτικό, εκτελεστικό και εποπτικό ρόλο. Θα εστιάζει πρώτον, στη χάραξη μιας συνολικής εθνικής στρατηγικής για τον πολιτισμό με μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
  • Δεύτερον, Έναρξη και διατήρηση ενός οργανωμένου διαλόγου που θα διεξάγεται περιοδικά μεταξύ όλων των ενδιαφερόμενων μερών. Ο διάλογος θα ενισχύεται με τη σύνταξη περιοδικής απολογιστικής έκθεσης των δράσεων.
  • Και τρίτον, Πρωτοβουλία για τη λειτουργία μιας ηλεκτρονικής πλατφόρμας, ενός κέντρου ελεύθερης και απρόσκοπτης πρόσβασης όλων στην επικοινωνία και στην πληροφόρηση.

Το τελευταίο έχει ιδιαίτερη σημασία στις μειονεκτικές γεωγραφικές περιοχές ή σε περιοχές ή ομάδες πολιτών με χαμηλό εισόδημα.

Ο αναδυόμενος τομέας του πολιτισμού και της δημιουργίας δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας από τους πολλούς τομείς της παραγωγής της κύριας οικονομίας και ως εκ τούτου να θεωρείται ότι οι πολιτικές προώθησής του εμπίπτουν στη γενικότερη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.

Αντιθέτως, τα ιδιόμορφα σχήματα παραγωγής και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αγοράς των προϊόντων πολιτισμού προσδιορίζουν έναν ικανό βαθμό διαφοροποίησής του από την κύρια (παραδοσιακή) οικονομία. Κατά συνέπεια, οι πολιτικές πρωτοβουλίες για την ανάδειξη και την ανάπτυξη του τομέα αυτού θα πρέπει να έχουν εξειδικευμένο χαρακτήρα.

Ιδιαιτερότητες στην Ελλάδα

Ο τομέας του πολιτισμού και της δημιουργίας στην Ελλάδα εμφανίζει λίγο ως πολύ τις ίδιες ιδιαιτερότητες που εμφανίζει και παγκοσμίως:

− Αισθητή έλλειψη του «μεσαίου μεγέθους» στην παραγωγική διαδικασία. Η αγορά κυριαρχείται από τη συνύπαρξη ενός πολύ μικρού αριθμού πολύ μεγάλων επιχειρήσεων, συνήθως πολυεθνικού χαρακτήρα, και πολυάριθμων πολύ μικρών μονάδων τοπικού ή περιφερειακού χαρακτήρα, που τις περισσότερες φορές εκπροσωπούνται από ένα μόνο άτομο και λειτουργούν με το πρότυπο της κάθετης παραγωγής.

− Κατακερματισμός της εθνικής αγοράς με έντονη την ατομική δημιουργική συμβολή, την έλλειψη επαγγελματισμού και τους περιορισμένους οικονομικούς πόρους. Η αγορά συνήθως οργανώνεται γύρω από καλλιτέχνες και δημιουργούς που το προϊόν τους θεωρείται ευπώλητο. Και αυτό γιατί η χρήση της τεχνολογίας επιτρέπει τη μαζική παραγωγή του προϊόντος και την απευθείας διάθεσή του με ελαχιστοποίηση του κόστους αναπαραγωγής και διανομής και ταχεία απόσβεση της αρχικής επένδυσης. Οι μεγάλες εταιρίες αποκομίζουν μεγάλα κέρδη, ενώ οι μικροί παραγωγοί και μεμονωμένοι καλλιτέχνες είναι σε θέση απλώς και μόνο να καλύψουν το κόστος της επένδυσης.

− Η πιθανότητα αποτυχίας σε οικονομικούς όρους είναι πολύ μεγάλη. Η χρονική στιγμή εμφάνισης και διάδοσης του προϊόντος στην αγορά πρέπει να συμπέσει με τη χρονική στιγμή εκδήλωσης της επιθυμίας από την πλευρά του καταναλωτή, με αποτέλεσμα ο κύκλος παραγωγής να είναι ασταθής και ασαφής. Η πρόωρη ή αργοπορημένη εμφάνιση προσδιορίζει το μέγεθος της εμπορικής αποτυχίας ανεξαρτήτως ποιότητας. Επιπλέον, η αβεβαιότητα της ζήτησης για το προϊόν είναι μεγάλη, αφού οι αντιδράσεις των καταναλωτών στην πρώτη εμφάνιση ενός προϊόντος δεν είναι γνωστές εκ των προτέρων, ούτε μπορούν να εκτιμηθούν ή να ερμηνευθούν με ασφάλεια.

− Απουσία αυστηρών τυπικών μορφών σχέσεων εργασίας. Η πιο συνηθισμένη μορφή είναι αυτή του 'project', δηλ. ο σχηματισμός μιας ομάδας εργασίας ή ενός δικτύου ορισμένου χρόνου για την εκπόνηση ενός συγκεκριμένου έργου. Τα μέλη της ομάδας ή του δικτύου στη συντριπτική τους πλειοψηφία λειτουργούν ως ελεύθεροι επαγγελματίες (freelancers) ή ως αυτοαπασχολούμενοι (selfemployed). Με την ολοκλήρωση του έργου, η ομάδα ή το δίκτυο διαλύεται. Μεγάλη προσοχή επομένως απαιτείται στη μελέτη της ιδιόμορφης αυτής αγοράς εργασίας και στο σχεδιασμό και εφαρμογή πρωτοβουλιών πολιτικής.

− Ομαδοποίηση (clustering) και συστέγαση (co-location). Απόρροια των ιδιαιτεροτήτων του τομέα είναι η ομαδοποίηση, συγκέντρωση και συστέγαση σε συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο με σκοπό την εκμετάλλευση των ωφελειών που προκύπτουν από τη συνύπαρξη, συνεργασία, αλληλεξάρτηση, εξειδίκευση και ανταγωνισμό μεταξύ των δημιουργών-παραγωγών, καθώς και από το γεωγραφικό προσδιορισμό μιας δεξαμενής «δημιουργικών» εργαζομένων και ενός καταναλωτικού κέντρου. Με άλλα λόγια, τα clusters λειτουργούν ως τόπος συνάντησης μεταξύ δημιουργών, καλλιτεχνών, παραγωγών, επιχειρηματιών, «δημιουργικών» εργαζομένων και καταναλωτών και ως τόπος ανταλλαγής εμπειριών, συναισθημάτων και τεχνογνωσίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Αθήνα.

− Η χρήση των εργαλείων κοινωνικής δικτύωσης. Αυτή αποτελεί βασικό προσδιοριστικό παράγοντα της ανάπτυξης και μεγέθυνσης του τομέα, αφού φέρνει σε επαφή τον καλλιτέχνη-δημιουργό με τον επιχειρηματία και τον καταναλωτή, ενημερώνει, προβάλλει και καθιερώνει το εμπορικό σήμα.

Δράσεις πολιτικής

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, προτείνουμε ένα ελάχιστο πλαίσιο πρακτικών προτάσεων που βοηθούν στην εμφάνιση ενός νέου ενάρετου κύκλου πολιτισμού-δημιουργίας-οικονομίας. Αυτός ο ενάρετος κύκλος αποτυπώνει τις εξωτερικές οικονομίες στην ιδιωτική επενδυτική πρωτοβουλία, στη γνώση, την καινοτομία και την τεχνολογία, στην καλλιέργεια της επιχειρηματικότητας και στον εξωστρεφή προσανατολισμό της εθνικής οικονομίας με ποσοτικό αντίκτυπο στο προϊόν, την απασχόληση και το εμπόριο.

Ενδεικτικά, προτείνουμε έντεκα δράσεις πολιτικής:

1. Φορολογική μεταχείριση.

Μπορεί η φορολογική πολιτική να προάγει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη;

Εάν η απάντηση στο ερώτημα είναι καταφατική, τότε οι φόροι αποτελούν εργαλείο προώθησης του πολιτισμού και της δημιουργίας.

Συνήθης, αν και εσφαλμένη, είναι η άποψη ότι τα προϊόντα πολιτισμού και δημιουργίας αποτελούν αγαθά πολυτελείας και ως τέτοια θα πρέπει να φορολογούνται με υψηλούς συντελεστές. Η σημερινή διάρθρωση των συντελεστών του ΦΠΑ θα πρέπει να επανεξεταστεί με βάση την αρχή ότι παρόμοια αγαθά θα πρέπει να υπόκεινται στον ίδιο φορολογικό συντελεστή.

Άλλο ένα θέμα είναι η επιβάρυνση από τη διπλή φορολόγηση σε προϊόντα διεθνούς συμπαραγωγής, καθώς και το θέμα των φορολογικών εκπτώσεων (tax rebates). Κρίσιμης σημασίας επίσης ζήτημα είναι η εισφορά 1,5% επί των ετήσιων διαφημιστικών εσόδων όλων των ιδιωτικών εταιριών τηλεοπτικών σταθμών για την παραγωγή ή τη συμπαραγωγή ελληνικών κινηματογραφικών έργων.

Αν και το εργαλείο αυτό προσδιορίστηκε νομοθετικά ήδη από το 1989 (βλ. το νόμο 1866/89) με σκοπό την οικονομική ενίσχυση του ελληνικού κινηματογράφου, ουδέποτε υλοποιήθηκε, λόγω των περίπλοκων γραφειοκρατικών διαδικασιών και ελέγχων που προέβλεπε το συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο και κυρίως εξαιτίας της μη πρόβλεψης κυρώσεων (penalties) στην εταιρία που αρνείται, αποφεύγει ή αναβάλλει την καταβολή της εισφοράς.

Το νομικό πλαίσιο τροποποιήθηκε και βελτιώθηκε με το νόμο 3905/2010 για την ενίσχυση και ανάπτυξη του ελληνικού κινηματογράφου, με τον οποίο διευκρινίστηκαν και απλοποιήθηκαν οι διαδικασίες υπολογισμού του ύψους του ειδικού φόρου και του τρόπου είσπραξής του και, το κυριότερο, προβλέφθηκε η επιβολή προστίμων.

2. Εκπαίδευση.

Άμεση είναι η ανάγκη επαναπροσδιορισμού της εκπαίδευσης τόσο στο σκέλος της διά βίου μάθησης και κατάρτισης όσο και στο σκέλος της εγκύκλιας βασικής εκπαίδευσης.

Σύμφωνα με το μανιφέστο για την καινοτομία στην Ευρώπη (2009), «... η εκπαίδευση πρέπει να προετοιμάζει τους πολίτες για την κοινωνία της μάθησης». Η Ελλάδα ωστόσο υστερεί από αυτή την άποψη, διότι:

(i) η σύνδεση της εκπαίδευσης και των επιχειρήσεων είναι ατελής έως ανύπαρκτη, με αποτέλεσμα την ατελή καλλιέργεια της «δημιουργικής επιχειρηματικότητας»,

(ii) η εγκύκλια πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι αποξενωμένη από την καλλιέργεια των δημιουργικών κλίσεων και των ταλέντων του μαθητή,

(iii) η διδασκαλία αντικειμένων που εμπεριέχονται στους κλάδους του πολιτισμού και της δημιουργίας είναι εμφανώς απούσα από τα σχολικά προγράμματα,

(iv) η ανάπτυξη των γνώσεων πληροφορικής και τεχνολογίας είναι ατελής όχι μόνο στην εγκύκλια εκπαίδευση, αλλά και στους σπουδαστές καλών τεχνών και σχεδίου,

(v) η πρακτική εξάσκηση μέσω του θεσμού της μαθητείας και η διενέργεια σεμιναρίων είναι είτε απούσα είτε ατελής,

(vi) η πρωτοβουλία διοργάνωσης διαγωνισμών και θέσπισης βραβείων αριστείας (awards of excellence) για νέα ταλέντα και νέους επιχειρηματίες είναι μικρής κλίμακας και εξαιρετικά περιορισμένη και

(vii) η πρωτοβουλία για την εξοικείωση των καλλιτεχνών και δημιουργών με θέματα επιχειρηματικότητας και τεχνολογίας είναι επίσης ελλιπής.

Μπορούμε να διδαχθούμε από τα επιτυχημένα παραδείγματα της Μεγάλης Βρετανίας και της Νορβηγίας. Το ευρέως γνωστό βρετανικό πρόγραμμα Creative Partnerships, που εφαρμόζεται από το 2002 με συμμετοχή άνω του 1 εκατομμυρίου μαθητών, φέρνει σε άμεση επαφή και συνεργασία μέσα στο χώρο του σχολείου το δάσκαλο και το μαθητή με τους επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά στον τομέα του πολιτισμού και της δημιουργίας. Το νορβηγικό πρόγραμμα εξάλλου, γνωστό ως The Culture Backpack, εφαρμόζεται στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση με σκοπό τη διεύρυνση των πολιτιστικών οριζόντων προφίλ του μαθητή.

3. «Διαρθρωμένος» διάλογος.

Έναρξη ενός «διαρθρωμένου» διαλόγου στο πλαίσιο του Διυπουργικού Παρατηρητηρίου με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (κρατικούς, ιδιωτικούς, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, τοπικούς φορείς και οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, εμπορικούς συλλόγους και επαγγελματικές ενώσεις) για τη δημιουργία ενός δικτύου εδραίωσης σχέσεων επικοινωνίας, προγραμματισμού και συντονισμού δράσεων.

Η Πύλη Πολιτιστικών Φορέων του Υπουργείου, που λειτουργεί ήδη από τα μέσα του 2010, θα μπορούσε να αναβαθμιστεί και να αποτελέσει το τεχνικό εργαλείο διεξαγωγής αυτού του διαλόγου.

Η αποστολή και η επεξεργασία ερωτηματολογίου και οι συνομιλίες με τους φορείς θα μπορούσαν να αποτελέσουν την πρακτική διαδικασία για το σχηματισμό αυτού του δικτύου.

Η δημιουργία του συνεργατικού αυτού σχηματισμού εξαρτάται από τη δημόσια παρέμβαση τουλάχιστον σε αρχικό στάδιο. Η δημόσια πρωτοβουλία θα πρέπει επομένως να αναπτυχθεί από ανθρώπους με εμπειρία στον τομέα και με κριτήριο τη διαφάνεια στην επιλογή. Ο συνεργατικός αυτός σχηματισμός θα πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία του σχεδιασμού μιας ολοκληρωμένης και συγκροτημένης στρατηγικής για την ανάπτυξη του τομέα του πολιτισμού και της δημιουργίας.

Για την επίτευξη του πρωταρχικού αυτού σκοπού θα πρέπει να προχωρήσει, με βάση την εμπειρία άλλων χωρών, προσαρμοσμένη όμως στις ανάγκες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας,

-πρώτον, στην εκπόνηση μιας άσκησης χαρτογράφησης και παρακολούθησης του τομέα (mapping exercise). Η άσκηση αυτή, που θα αναθεωρείται σε τακτά χρονικά διαστήματα, θα πρέπει να αξιοποιεί τη διαθέσιμη εμπειρία των ανθρώπων που δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά στον τομέα (evidence-based argument).

-δεύτερον, στη συλλογή και επεξεργασία κάθε είδους πληροφόρησης και στην κατάρτιση μιας αξιόπιστης στατιστικής βάσης ποσοτικών δεδομένων για το προφίλ, το μέγεθος και τη συμβολή του τομέα. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να είναι συνεχής. Και τούτο γιατί η διαρκής αναθεώρηση της στατιστικής βάσης και η περιοδική δημοσίευσή της συμβάλλουν στην καλύτερη γνωριμία της οικονομικής και πολιτικής ηγεσίας με τον τομέα αυτό, ώστε να καταστεί ευδιάκριτη η σημασία του για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Για την εκπόνησή της απαραίτητη είναι η συνεργασία με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, καθώς και με εξειδικευμένους ερευνητές και μελετητές προερχόμενους είτε από την επιχειρηματική κοινότητα είτε από αξιόπιστους ερευνητικούς οργανισμούς που διαθέτουν την απαραίτητη τεχνογνωσία και εμπειρία.

-Τρίτον, στη θέσπιση ευκρινών και αξιοκρατικών κριτηρίων τόσο στην κατάρτιση του προγράμματος των δράσεων των φορέων όσο και στη σύνταξη των προϋπολογισμών των δράσεων αυτών. Αν και τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια κυριαρχούν, δεν θα πρέπει οι προϋπολογισμοί να εστιάζουν αυστηρά και μόνο στο επιχειρηματικό κέρδος, αλλά και στη χρησιμότητα για το κοινωνικό σύνολο. Με άλλα λόγια, κυρίαρχο κριτήριο θα πρέπει να είναι ο συνδυασμός της εμπορικότητας και της ποιότητας.

-Τέταρτον, στην επιβολή της υποχρέωσης οικονομικού ελέγχου και σύνταξης απολογιστικής έκθεσης όλων των δράσεων. Ο εκ των υστέρων έλεγχος (ex post performance) και απολογισμός αποτελούν ικανές και αναγκαίες προϋποθέσεις για την επιτυχή διενέργεια της άσκησης της στατιστικής απεικόνισης.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε