ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ –ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

    Η αποβιομηχανοποίηση συντελείται εδώ και 20 χρόνια στην Ελλάδα, με αντίστοιχη μείωση της συμμετοχής του κλάδου της Βιομηχανίας στην οικονομία από 13% σε 8% για την Ελλάδα.

Παρά την μείωση των σχετικών μεγεθών του βιομηχανικού κλάδου, παραμένει ο δεύτερος μεγαλύτερος κλάδος σε συνεισφορά Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) και ο τρίτος μεγαλύτερος σε απασχόληση, από όλους τους κλάδους παραγωγής.

Επιπλέον, συνεισφέρει τα περισσότερα φορολογικά έσοδα και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης. Η μεταποίηση, ως κλάδος, περιλαμβάνει το μεγαλύτερο ποσοστό «μεγάλων» μονάδων (>100 εργαζόμενοι) καθώς και μία σειρά μεγάλων σύγχρονων επιχειρήσεων, διεθνώς ανταγωνιστικών και με σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα.

Για τον κλάδο συνολικά και ιδίως για τις μεγάλες εξωστρεφείς εταιρίες, η άρση των οριζόντιων μακροοικονομικών εμποδίων και η δημιουργία ενός φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος είναι κρίσιμες προϋποθέσεις στην προσπάθειά του να βελτιώσει την εγχώρια και διεθνή ανταγωνιστικότητά τους.

Ο κλάδος αποτελείται από τέσσερις, υποκατηγορίες:

(α) Μεταποίηση τροφίμων, με συνεισφορά του 30% της βιομηχανικής ΑΠΑ και 20% στην απασχόληση,

(β) Βαριά βιομηχανία, με 25% συνεισφορά ΑΠΑ και 35% στην απασχόληση

(γ) Ποτά, με 10% συνεισφορά ΑΠΑ και 3% στη απασχόληση και

(δ) Ένα σύνολο μικρότερων κατηγοριών με ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων που συνεισφέρει την υπολειπόμενη ΑΠΑ και απασχόληση.

Στρατηγικές κατευθύνσεις

Η μεταποίηση τροφίμων αποτελεί το μεγαλύτερο κλάδο του τομέα και συνεχίζει να αναπτύσσεται, καθώς υπάρχει στροφή της ζήτησης προς τα συσκευασμένα τρόφιμα. Η βαριά βιομηχανία - στον αντίποδα -περιλαμβάνει ένα μικρό αριθμό, ώριμων, επιχειρήσεων στο χώρο των μεταποιημένων μεταλλικών προϊόντων, του τσιμέντου και των ορυκτών, με διεθνή εμβέλεια.

Οι βασικές δράσεις που αφορούν την ανταγωνιστικότητα αυτών των επιχειρήσεων καλύπτονται εν πολλοίς από τις «οριζόντιες» μεταρρυθμίσεις και τις κλαδικές παρεμβάσεις στον τομέα της ενέργειας.

Αντίστοιχα, ο υποκλάδος των 'ποτών' κυρίως περιλαμβάνει μεγάλες διεθνείς και κάποιες εγχώριες επιχειρήσεις που επίσης θα ωφεληθούν συνολικά από την άρση των οριζόντιων εμποδίων.

Οι υπόλοιπες επιχειρήσεις του βιομηχανικού κλάδου αντιπροσωπεύουν μεγάλο αριθμό επιτηδευμάτων και ως εκ τούτου ο κατακερματισμός τους δεν επιτρέπει να καλυφθούν από ενιαίες προτάσεις.

Η μεταποίηση τροφίμων, χάρη στη διαθεσιμότητα πρώτων υλών και προϊόντων υψηλής ποιότητας, εξειδικευμένης τεχνογνωσίας και λογικού κόστους στην Ελλάδα, παρουσιάζει πολλές δυνατότητες να αυξήσει την αξία και τις εξαγωγές της και να περιορίσει τις εισαγωγές ειδικά σε τέσσερις κατηγορίες τροφίμων που αναπτύσσονται με ταχείς ρυθμούς, λίπη και έλαια, φρούτα και λαχανικά, γαλακτοκομικά προϊόντα και προϊόντα αρτοποιΐας.

Η εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που προσφέρουν αυτοί οι τομείς απαιτεί την αντιμετώπιση προβλημάτων που αφορούν την έλλειψη οικονομιών κλίμακας, σύγχρονου παραγωγικού δυναμικού, καινοτομιών και πρόσβασης στις διεθνείς αγορές.

Ένα παράδειγμα που αφορά την κλίμακα παραγωγής και την πρόσβαση στις ξένες αγορές είναι το ελαιόλαδο. Η Ελλάδα είναι ο 3ος μεγαλύτερος παραγωγός ελαιολάδου στον κόσμο και εξάγει το 60% της παραγωγής της χύδην στην Ιταλία. Με τον τρόπο αυτόν, όμως, χάνει υπεραξία που ανέρχεται σε €1 το κιλό, και που εκμεταλλεύεται η Ιταλία, εξάγοντας ξανά το ελαιόλαδο συσκευασμένο. Στη φέτα, η Ελλάδα κατέχει μερίδιο της τάξης του 28% μόνο στην παγκόσμια αγορά του επώνυμου προϊόντος και στο προϊόν «ελληνικό γιαούρτι» κατέχει το 30% μόνο της αγοράς των ΗΠΑ. Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν ότι υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες προς αξιοποίηση.

Η εναλλακτική μας πρόταση επισημαίνει προτεραιότητες που αφορούν τον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα και τις ομαδοποιεί σε τέσσερις στρατηγικές κατευθύνσεις. 

  • Καθορισμός προτεραιοτήτων για τις εξαγωγικές αγορές.

Αυτό συνεπάγεται την ομαδοποίηση των ξένων αγορών με βάση την παρουσία κοινών δικτύων λιανικής πώλησης και εμπορικών συνεργιών, και στη συνέχεια την ιεράρχηση τους με βάση το μέγεθος, την προοπτική ανάπτυξης και την αποδοχή των ελληνικών προϊόντων. Σε πρώτη προτεραιότητα είναι οι αγορές της Β. Αμερικής, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας, της Αυστρίας και των Βαλκανίων. Άλλες κύριες αγορές περιλαμβάνουν την Ιταλία, τη Γαλλία και το Βέλγιο, τη Σκανδιναβία, τη Ρωσία και την Αυστραλία.

  • Καινοτομία και σταδιακή βελτίωση της αξίας του προϊόντος.

Δημιουργία ενός παγκόσμια αναγνωρίσιμου μηχανισμού πιστοποίησης πρωτότυπων ελληνικών προϊόντων και ανάληψη δράσεων που σχετίζονται ειδικά με το κάθε προϊόν, όπως η συσκευασία και το "ονοματεπώνυμο"/ branding, η υποκατάσταση των εισαγωγών λαδιού (π.χ. ηλιελαίου), κυρίως για επαγγελματική χρήση, η εισαγωγή καινοτομιών, η διαφήμιση του τόπου προέλευσης για τα ελληνικά γαλακτοκομικά (στραγγιστό γιαούρτι και φέτα) και η επιλεκτική προώθηση άλλων προϊόντων που παρουσιάζουν προοπτική ταχείας ανάπτυξης. 

  • Αύξηση του ελληνικού παραγωγικού δυναμικού και της αποδοτικότητας.

Προτεινόμενες δράσεις σε αυτήν την κατεύθυνση είναι η ανάπτυξη 4-6 σύγχρονων μονάδων μεταποίησης και συσκευασίας μεγάλης κλίμακας (για τα προϊόντα προτεραιότητας όπως ελαιόλαδο, ελιές, τομάτες και πατάτες), στρατηγικά τοποθετημένων κοντά στην πηγή της πρώτης ύλης. 

  • Εξασφάλιση ισχυρής τοποθέτησης στις αγορές προτεραιότητας.

Μία σημαντική δράση θα ήταν η ίδρυση μίας «Εταιρείας Ελληνικών Τροφίμων» (ιδιωτική εταιρία ή ΣΔΙΤ) που θα φρόντιζε να εξασφαλίσει πρόσβαση στις σημαντικές εξαγωγικές αγορές για ανταγωνιστικά ελληνικά προϊόντα και παραγωγούς αναπτύσσοντας δίκτυα χονδρικής και λιανικής διανομής, συντονίζοντας καμπάνιες μάρκετινγκ και ιδρύοντας σε σημεία αυξημένης κίνησης έναν περιορισμένο αριθμό καταστημάτων λιανικής πώλησης που θα διαθέτουν αποκλειστικά ελληνικά προϊόντα στις κύριες αγορές.

Οι αλλαγές αυτές μπορούν να προσθέσουν €6 δισ. άμεση και έμμεση ΑΠΑ με 120.000 νέες θέσεις εργασίας και βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου κατά περίπου €1,2 δις

Επιστροφή στο ΜΕΝΟΥ  

Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε