ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Η τουριστική πολιτική της χώρας ήρθε η ώρα να διαμορφωθεί σε νέα βάση προκειμένου να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης, να αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και να βελτιώσει την υποδοµή της µε την παράλληλη προσέλκυση τουριστών µε υψηλότερο εισόδημα.

Ο ελληνικός τουρισμός, εκτός από τον διεθνή ανταγωνισμό, έχει πλέον να αντιμετωπίσει και τις ολιγοψωνιακές έως και µονοψωνιακές καταστάσεις, που κατευθύνουν τις µαζικές τουριστικές ροές. Υπάρχει βεβαίως διαπιστωµένη και µια τάση ενός µικρού αλλά διευρυνόµενου τµήµατος της διεθνούς αγοράς, που επιδιώκει την ανεξάρτητη µεταφορά σε επιλεγµένους προορισµούς µε αποφυγή του µαζικού  τουρισµού και αναζήτηση εναλλακτικών δυνατοτήτων.

Ο τουρισµός στην Ελλάδα αποτελεί ένα σηµαντικό κλάδο οικονοµικής δραστηριότητας, η συµβολή του οποίου στην αντιµετώπιση του συναλλαγµατικού προβλήµατος της εθνικής µας οικονοµίας δεν µπορεί να αµφισβητηθεί.

Η Ελλάδα διαθέτει σηµαντικά συγκριτικά πλεονεκτήµατα που µπορούν να αξιοποιηθούν. Είναι κοιτίδα του κλασικού πολιτισµού, έχει φυσικό πλούτο και τεράστια ιστορική και αρχιτεκτονική κληρονοµιά και έχει δυνατότητες πολύµορφης τουριστικής ανάπτυξης. Παρ' όλα αυτά, οι σύγχρονες εξελίξεις της τουριστικής βιοµηχανίας σε παγκόσµιο επίπεδο, η υπερτµηµατοποίηση της τουριστικής ζήτησης, η νέα αντίληψη για διακοπές, η αειφόρος τουριστική ανάπτυξη και οι αλλαγές των τουριστικών προτύπων, επιβάλλουν τον επαναπροσδιορισµό της πολιτικής για τον τουρισµό.

Η Ενωμένη Ευρώπη διαµορφώνει οικονοµικές και νοµισµατικές συνθήκες που ευνοούν τον ενδοευρωπαικό τουρισµό και συνακόλουθα το µεσογειακό. Η νέα τουριστική πολιτική πρέπει να είναι συνεπής µε τους στόχους της ΕΕ, να είναι εξειδικευµένη και να συνδέεται µε την εσωτερική διαδικασία ανάπτυξης κάθε περιφέρειας του ελληνικού χώρου.

Στρατηγικοί στόχοι της ελληνικής τουριστικής πολιτικής πρέπει να είναι η ενίσχυση της παραγωγικής βάσης, η ισόρροπη ανάπτυξη, η υιοθέτηση των αρχών της αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης, η εξυπηρέτηση του στόχου της ανταγωνιστικότητας και της ποιοτικής αναβάθµισης των παρεχόµενων υπηρεσιών.

Η παραπάνω πολιτική για να είναι ρεαλιστική και αποτελεσµατική πρέπει να συνδεθεί οργανικά µε τη γενικότερη οικονοµική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας µας, δεδοµένου ότι ο τουρισµός µπορεί να διαθέσει στη διεθνή αγορά ένα µεγάλο µέρος της συνολικής εθνικής παραγωγής της χώρας, και η τουριστική ζήτηση στην πραγµατικότητα είναι µια επιπρόσθετη ενεργός ζήτηση για καταναλωτικά προιόντα του ευρύτερου βιοµηχανικού - µεταποιητικού τοµέα.

Η μέχρι σήμερα λογική στον Τουρισμό

Η Ελληνική τουριστική πολιτική, όπως αυτή διατυπώνεται στα προγράµµατα Οικονοµικής και Κοινωνικής Ανάπτυξης και τα αντίστοιχα τοµεακά για τον τουρισµό, αλλά και τις κυβερνητικές διακηρύξεις στηρίζεται στην επιχειρηµατολογία ότι ο τουρισµός είναι µια σηµαντική πλουτοπαραγωγική πηγή που έχει θετικές συµβολές στην κοινωνικοιοικονοµική ανάπτυξη της χώρας. Η πολιτική αυτή παραµένει διαχρονικά αµετάβλητη. Οι παράµετροι που συγκροτούν τα χαρακτηριστικά της µεταπολεµικής ανάπτυξης σχετίζονται µε µια σειρά από παράγοντες που διαµορφώνουν το πρότυπο του οργανωµένου µαζικού τουρισµού που θεµατικά ποικίλλουν και η επενέργεια των οποίων συγκροτούν τα διάφορα πεδία οργάνωσης, λειτουργίας και ανάπτυξης του τουρισµού στην Ελλάδα.

Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία συνήθως υπογραµµίζει τον σηµαντικό ρόλο του τουρισµού στην οικονοµία, χωρίς να διαθέτει µια ολοκληρωµένη τουριστική πολιτική µε µακροχρόνια προοπτική και σε σταθερό πλαίσιο που να είναι αρµονικά συνδεδεµένη µε τους άλλους τοµείς της οικονοµικής δραστηριότητας σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Η εξήγηση είναι απλή και αποδίδεται στο γεγονός ότι η τουριστική πολιτική κινείται µέσα σε ένα πλαίσιο βεβαιότητας για µια διαρκώς αυξανόµενη τουριστική ζήτηση που επιβεβαιώνεται στην πράξη. Ετσι, µειώνεται η ανάγκη για µια συγκροτηµένη τουριστική στρατηγική και πολιτική και προσανατολίζει τους αρµόδιους κυβερνητικούς φορείς να ασχολούνται µε τα βραχυπρόθεσµα προβλήµατα που καλύπτουν ανάγκες της τουριστικής συγκυρίας.

Όµως, αν εξετάσουµε σε βάθος το πλαίσιο αυτό της τουριστικής πολιτικής διαπιστώνουµε ότι υπάρχει µια αντίφαση που οδηγεί σε χαµηλή αποδοτικότητα και κατά συνέπεια σε χαµηλή ανταγωνιστικότητα την τουριστική µας δραστηριότητα. Η αντίφαση αυτή στηρίζεται στη στατιστικά τεκµηριωµένη παρατήρηση ότι η αύξηση του συνολικού µεγέθους του τουριστικού συναλλάγµατος δεν συνδέεται και µε την αντίστοιχη αύξηση της µέσης κατά κεφαλή τουριστικής δαπάνης σε αποπληθωρισµένες τιµές, αντίθετα παρουσιάζει τάσεις µείωσης. Αυτό αποτελεί ένδειξη του χαµηλού εισοδηµατικού επιπέδου των τουριστών που επηρεάζει σε µεγάλο βαθµό την ποιότητα και τις συναλλαγµατικές δυνατότητες του ελληνικού τουρισµού.

Η ερµηνεία αυτού του φαινοµένου είναι απλή. Η χώρα µας έχει ποιότητα προσφεροµένων τουριστικών υπηρεσιών κατώτερη από εκείνη των ανταγωνιστών της. Η υποβάθµιση του προσφερόµενου τουριστικού προιόντος µέσα σε ένα έντονα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον οδήγησε στη διαµόρφωση χαµηλών τιµών και στο χαρακτηρισµό της Ελλάδας ως χώρα φτηνού τουριστικού προιόντος, αφού προσελκύει µεγάλο αριθµό τουριστών χαµηλού και µεσαίου εισοδηµατικού επιπέδου.

Κατευθύνσεις εναλλακτικής τουριστικής πολιτικής

Η εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης που προτείνουμε θέτει στο επίκεντρο την ανάγκη, οι στόχοι της ελληνικής τουριστικής πολιτικής να επαναπροσδιοριστούν σε τέτοια κατεύθυνση ώστε η χώρα µας να αντιµετωπίσει τις σύγχρονες προκλήσεις της παγκοσµιοποίησης των οικονοµιών, να εκµεταλλευτεί το συγκριτικό πλεονέκτηµα που διαθέτει σε σχέση µε τις άλλες µεσογειακές χώρες και να αναβαθµίσει την τουριστική της υποδοµή και ανωδοµή για να προσελκύσει τουρίστες υψηλής εισοδηµατικής στάθµης. Ο επαναπροσδιορισµός της τουριστικής πολιτικής στην εναλλακτική μας πρόταση, στηρίζεται σε πρότυπο τουριστικής ανάπτυξης που σέβεται τον άνθρωπο, το περιβάλλον, διαφυλάσσει τη φυσική και πολιτιστική κληρονοµιά και εξυπηρετεί τους στόχους της ανταγωνιστικότητας και της ποιότητας.

Το υπόδειγµα αυτό λέγεται αειφόρος τουριστική ανάπτυξη και µπορεί να εκφραστεί και σε περιφερειακό επίπεδο. Στο παραπάνω θεωρητικό πλαίσιο της αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης, η τουριστική πολιτική µπορεί να γίνει µέσω των κατάλληλων εναλλακτικών προτάσεων οι οποίες προτείνουν:

• Την καθιέρωση των εννοιών της χωρητικότητας και του κορεσµού των τουριστικών περιοχών.

•Την εφαρµογή της µεθόδου της ολοκληρωµένης διαχείρισης των παραλιακών ζωνών (Intergrated Coastal Zone Management, ICZM)

•Την αλλαγή των προτύπων ζωής, ιδιαίτερα ως προς την αναψυχή και τον ελεύθερο χρόνο

• Την ενθάρρυνση εναλλακτικών µορφών τουρισµού

• Τη διαφοροποίηση των περιοχών υποδοχής των επισκεπτών.

• Τη δηµιουργία πλέγµατος προστατευµένων ζωνών, που αφορούν όχι µόνο το φυσικό περιβάλλον αλλά και τον πολιτιστικό πλούτο

Μέ την τουριστική πολιτική της εναλλακτικής μας πρότασης για ολοκληρωµένη τουριστική ανάπτυξη σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, η χώρα µας έχει την δυνατότητα να ανταποκριθεί στην υψηλή διεθνή ανταγωνιστικότητα και να λειτουργήσει η τουριστική της βιοµηχανία αποδοτικά και αποτελεσµατικά. Η πρόταση μας συνοδεύεται από µια εξειδικευµένη τουριστική πολιτική που καλύπτει όλους τους επιµέρους τοµείς της τουριστικής δραστηριότητας. Η δική μας εναλλακτική πρόταση αποτελεί ένα σύνθετο "πλέγµα" όλων των επιµέρους πολιτικών του κεντρικού κράτους µε περιφερειακή διάσταση. Αυτό οδηγεί στην θεώρηση ότι ο τουρισµός από άποψη παραγωγής είναι ένα σύνθετο οικονοµικοκοινωνικό φαινόµενο που εκφράζεται ως µια ετησίως ιδιαιτέρα διαµορφούµενη ιδιωτική κατανάλωση στην ελληνική οικονοµία. Λογική συνέπεια της οικονοµικής φύσης του τουριστικού φαινοµένου είναι µια σύνθετου τύπου πολιτική, ως σωρευτική πολιτική όλων σχεδόν των επιµέρους πολιτικών για να αναπτύξει και να ρυθµίσει την παραγωγή και διάθεση της τουριστικής κατανάλωσης. Αυτή η τουριστική πολιτική εξυπηρετεί τους παρακάτω πολλαπλούς στόχους:

• Τη µεγέθυνση της τουριστικής κατανάλωσης µε την αύξηση της κατά κεφαλή τουριστικής δαπάνης.

• Την οργανική διασύνδεση της τουριστικής καταναλωτικής ζήτησης µε την αύξηση της εγχώριας παραγωγής καταναλωτικών προιόντων και µε την ενδυνάµωση των εγχωρίων διακλαδικών σχέσεων, ώστε να ελαχιστοποιηθεί το ποσοστό των εισαγοµένων εισροών που προορίζονται για ικανοποίηση της τουριστικής ζήτησης.

•Την σύνδεση του τουρισµού µε την ανάπτυξη των σύγχρονων τεχνολογιών και την εξειδίκευση των άλλων κλάδων της οικονοµίας.

• Την ποιοτική αναβάθµισης των παρεχοµένων τουριστικών υπηρεσιών µε τη βελτίωση και ανάπτυξη των υποδοµών και ανωδοµών και την αξιοποίηση και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και της αρχαιολογικής κληρονοµιάς.

•Την εξασφάλιση υψηλής ανταγωνιστικότητας του τουριστικού προιόντος στη διεθνή αγορά µε την αναβάθµιση της τουριστικής ζήτησης, τη διαφοροποίηση της τουριστικής προσφοράς και την κατάστρωση ενός διαφηµιστικού προγράµµατος κατάλληλα εξειδικευµένου στη δοµή του ελληνικού τουριστικού προιόντος.

•Τη επιµήκυνση της τουριστικής περιόδου µε την προώθηση νέων µορφών τουρισµού µε στόχο την προσέλκυση ζήτησης ειδικών ενδιαφερόντων.

•Τη διαφοροποίηση και τον εµπλουτισµό του τουριστικού προιόντος και την αύξηση του θεµατικού τουρισµού για την επέκταση και αναβάθµιση της τουριστικής δραστηριότητας. 

Επιστροφή στο ΜΕΝΟΥ  

Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε