Τόλμη για σύγκρουση με συμφέροντα, κατεστημένες λειτουργίες και συμπεριφορές.

 Η εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης που προτείνουμε για τον επανασχεδιασμό του νομικού και δικαστικού συστήματος, στο σύνολό τους, δίνει ρηξικέλευθες τομές και όχι οριακού τύπου μικροβελτιώσεις.

Οι εφικτές αυτές τομές είναι:

· Περιορισμός Αναβολών.

Ένα σοβαρό πρόβλημα των ελληνικών δικαστηρίων είναι η ευκολία με την οποία οι δικαστές επιτρέπουν την αναβολή των υποθέσεων. Η δικαστική διαδικασία με τη θέσπιση ανώτερου ορίου στον αριθμό των αναβολών αποδείχθηκε ότι από μόνη της δεν λύνει το πρόβλημα.

Έτσι χρειάζεται επιπρόσθετα:

  • να επιβληθεί στο δικαστή να αιτιολογήσει το λόγο της αναβολής (σήμερα η αναβολή δεν συνεπάγεται κανένα κόστος για το δικαστή).
  • να καθοριστεί ότι ο ίδιος δικαστής θα πρέπει να δικάσει την εξ αναβολής υπόθεση (σήμερα πολλοί δικαστικοί λειτουργοί αναβάλλουν περίπλοκες νομικά υποθέσεις, ώστε να τις δικάσει κάποιος άλλος συνάδελφος τους).
  • οι νομικοί εκπρόσωποι του κράτους, να εξαντλούν κάθε δυνατότητα εκδίκασης μίας υπόθεσης και να μη ζητούν αναβολή για ασήμαντο λόγο.
  • οι δικαστές να είναι εξαιρετικά αυστηροί στην ικανοποίηση αιτημάτων αναβολής, ιδιαίτερα όταν προέρχονται από κρατικά όργανα.
  • οι δικαστές να ασκούν το δικαίωμα, που τους δίνει ο νόμος, για έναρξη πειθαρχικής δίωξης σε βάρος των αρμοδίων κρατικών υπαλλήλων για τη μη αποστολή του φακέλου.

· Σεβασμός στις δικαστικές αποφάσεις.

Απαιτείται η άμεση συμμόρφωση του Ελληνικού Δημοσίου με τις αποφάσεις των δικαστηρίων. Επιπλέον χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας των νομικών εκπροσώπων του Δημοσίου, των δικηγόρων και των δικαστών σε σχέση με τις προσπάθειες που καταβάλλουν ώστε να μην εκτελούνται ακόμα και δικαστικές αποφάσεις που έχουν τελεσίδικη. Κράτος που δεν εφαρμόζει τελεσίδικες αποφάσεις δεν μπορεί να ευημερήσει.

· Μηχανογράφηση.

Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών και της πληροφορικής στο δικαστικό σύστημα είναι επιτακτική. Στην Ελλάδα παρατηρούνται μεγάλες καθυστερήσεις στον τομέα αυτό, ακόμα και για το πιο απλό ζήτημα που είναι η μαγνητοφώνηση των δημόσιων συνεδριάσεων, καθώς και η υποβολή των σχετικών εγγράφων μέσω του διαδικτύου. Χώρες, όπως η Αλγερία, η Μποτσουάνα και η ΠΓΔΜ, προχώρησαν στη μηχανογράφηση όλων των δικαστηρίων και στην ηλεκτρονική απομαγνητοφώνηση της ακροαματικής διαδικασίας. Η Αυστρία και η Πορτογαλία έχουν υιοθετήσει τεχνολογία που επιτρέπει την ηλεκτρονική αρχειοθέτηση των υποθέσεων και την ηλεκτρονική υποβολή των περισσότερων εγγράφων της δίκης. Επιπλέον τα δικαστήρια μπορούν να παρέχουν on line πληροφορίες για τον ακριβή χρόνο έναρξης της ακροαματικής διαδικασίας, ώστε να περιοριστεί η σπατάλη πόρων, αφού οι αντίδικοι και οι δικηγόροι θα γνωρίζουν τον ακριβή χρόνο έναρξης της συνεδρίασης.

· Διαφάνεια.

Η διαφθορά στα δικαστήρια τροφοδοτείται από τη μη τήρηση των υφιστάμενων κανόνων για τον καθορισμό της ημερομηνίας της συνεδρίασης. Αυτό επιτρέπει στους διάδικους που διαθέτουν δύναμη ή μέσα είτε να επιταχύνουν είτε να καθυστερούν τις δίκες. Αυτό το ζήτημα μπορεί να επιλυθεί εάν τα δικαστήρια δημοσίευαν στο διαδίκτυο ή με κάποιο παραπλήσιο ηλεκτρονικό τρόπο (intranet) πληροφορίες για την πρόοδο όλων των δικών. Δεν είναι μόνο τα περισσότερα δικαστήρια στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαθέτουν ήδη τέτοιου είδους τεχνολογία. Από πέρυσι, και όλα τα δικαστήρια στην ΠΓΔΜ δημοσιεύουν τις πληροφορίες αυτές σε απευθείας σύνδεση.

· Έλεγχος.

Τα ανώτατα δικαστήρια μπορούν, να θεσπίσουν κανόνες μέτρησης της απόδοσης των δικαστηρίων σε τοπικό επίπεδο με ενίσχυση της πειθαρχικής εξουσίας των Δικαιικών Συμβουλίων για αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Η Γενική Γραμματεία Δικαιοσύνης ή τα Ανώτατα Δικαστήρια πρέπει να δημοσιεύουν αξιολογικά στοιχεία ανά δικαστήριο, ώστε οι ενδιαφερόμενοι να μπορούν να διαπιστώσουν την αποδοτικότητα των δικαστικών λειτουργών και διοικητικών υπαλλήλων σε πραγματικό χρόνο. Μόνο από τη σύγκριση, στην οποία αναγκαστικά θα προβούν τα πρόσωπα που συναλλάσσονται με τις δικαστικές υπηρεσίες (π.χ. δικηγόροι, διάδικοι, δικαστικοί επιμελητές κ.λπ.), οι δικαστικές υπηρεσίες θα μπορούσαν να αυτοβελτιωθούν σε όλους τους τομείς της δράσης τους.

· Κόστος.

Η δικαστική διαδικασία καθυστερεί, επειδή οι περισσότερες πρωτόδικες αποφάσεις εφεσιβάλλονται, αν και στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι αποφάσεις των εφετείων είναι σύμφωνες με αυτές των πρωτοδικείων. Αυτό παρατηρείται, διότι το κόστος της έφεσης είναι μηδαμινό. Το πρόβλημα παρουσιάζεται σε πολλές χώρες και είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί επειδή άπτεται στις συνταγματικές εγγυήσεις και τα δικαιώματα των πολιτών για πρόσβαση στην δικαιοσύνη. Παρ' όλα αυτά, μεταρρυθμίσεις σε άλλες χώρες δείχνουν ότι υπάρχουν τρόποι να επιταχυνθεί η διαδικασία. Στην Βουλγαρία δίνεται τη δυνατότητα στον πρόεδρο του δικαστηρίου να απορρίπτει μια έφεση εάν υπάρχει ισχυρό δικαστικό προηγούμενο ή εάν είναι σαφές ότι κάποιος από τους αντίδικους εφεσιβάλει την πρωτόδικη απόφαση για να καθυστερήσει την εκτέλεση. Άλλες χώρες έχουν αυξήσει το οικονομικό κόστος των εφέσεων. Μια λογική αύξηση του κόστους της έφεσης μπορεί να επιταχύνει σημαντικά τη δικαστική διαδικασία,απελευθερώνοντας το χρόνο των δικαστηρίων για τις σημαντικές υποθέσεις.

· Κίνητρα.

Στο δικαστικό σύστημα πρέπει να θεσμοθετηθούν κίνητρα αποφυγής των δικαστικών διενέξεων. Ένα καλό παράδειγμα είναι να ενισχυθούν οι αρμοδιότητες των Ανεξάρτητων Αρχών, όπως η Επιτροπή Ανταγωνισμού ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, που θα μπορούσαν να δίνουν στις εταιρίες τη δυνατότητα να πληρώνουν το πρόστιμο με σημαντική έκπτωση σε περίπτωση που παραιτηθούν του δικαιώματος προσφυγής ή και έφεσης.

· Νομική Σταθερότητα.

Η πρότυπη δίκη είναι μεταρρύθμιση σημαντική. Φαίνεται, όμως, να έχει αδυναμίες στο βαθμό που έχει πολύ περιορισμένους τομείς εφαρμογής. Πρέπει να δείξουμε τόλμη και να επεκτείνουμε τις υποθέσεις εφαρμογής της πρότυπης δίκης. Μελέτες δείχνουν ότι το δεδικασμένο (precedent) επιταχύνει την απονομή δικαιοσύνης, περιορίζει το κόστος απονομής της δικαιοσύνης και, πρωτίστως, μειώνει την αβεβαιότητα σχετικά με τις δικαστικές αποφάσεις. Το δεδικασμένο και η νομική σταθερότητα είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την προσέλκυση νέων επενδύσεων και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Είναι άκρως απαραίτητο τα ανώτατα δικαστήρια να καθιερώσουν ένα καθεστώς νομικής σταθερότητας.

· Διοικητική Αναδιάρθρωση.

Η Ελλάδα πρέπει να προβεί σε χωροταξική αναδιάρθρωση όλων των δικαστηρίων της χώρας, δεδομένου ότι ο τοπικός χάρτης αρμοδιότητάς τους ανάγεται στην εποχή του Όθωνα. Χρήσιμο εργαλείο για το σκοπό αυτό μπορεί να αποδειχθεί ο θεσμός των μεταβατικών δικαστηρίων, ο οποίος επινοήθηκε για την εξυπηρέτηση των πολιτών που κατοικούν στις παραμεθόριες και αραιοκατοικημένες περιοχές της Ελλάδας. Αν η λογική αυτή επεκταθεί και στα ανώτερα δικαστήρια, ενδέχεται να βοηθήσει σημαντικά στην επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης.

· Εκπαίδευση.

Στην Ελλάδα, όπως σε πολλές άλλες χώρες, οι δικαστές στερούνται συνήθως εξειδικευμένης γνώσης σε σύγχρονες εταιρικές πρακτικές χρηματοδότησης και λογιστικής, ζητήματα ανταγωνισμού και χρηματιστηριακές απάτες. Συνεπώς οι σημαντικές περιπτώσεις καθυστερούν λόγω ελλιπούς εμπειρίας. Το παράδειγμα άλλων χωρών φανερώνει ότι τα προγράμματα κατάρτισης δικαστών είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματικά. Πρέπει άμεσα να αναμορφωθεί το πρόγραμμα της Σχολής Δικαστών και Εισαγγελέων και να προσθέσει στο πρόγραμμα σπουδών μαθήματα στην εταιρική χρηματοοικονομική, στον ανταγωνισμό, στην εποπτεία των κεφαλαιαγορών, στη λογιστική, κλπ. Επιπλέον, σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια, η Γενική Γραμματεία Δικαιοσύνης θα μπορούσε να σχεδιάσει executive σεμιναριακά μαθήματα για νέους δικαστές.

Μια ριζοσπαστική πρόταση 

Οι συνθήκες χάους στα διοικητικά δικαστήρια οφείλονται σε μεγάλο ποσοστό στις υποθέσεις που εκκρεμούν για μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ κράτους και άλλων δημόσιων υπηρεσιών (ΔΕΚΟ, δήμων, νομαρχιών) και των εταιρειών του ιδιωτικού τομέα για πάσης φύσης δημόσια έργα. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτών, η ευθύνη ανήκει στις κρατικές υπηρεσίες και οργανισμούς.

Το κράτος αρνείται να πληρώσει ακόμα και πιστοποιημένες υποχρεώσεις. 

 Με αυτό τον τρόπο, οδηγεί τις αντισυμβαλλόμενες εταιρείες στη Δικαιοσύνη και, στη συνέχεια, χρησιμοποιεί την άσκηση ένδικων μέσων για να καθυστερήσει τις πληρωμές. Αυτό συνεπάγεται σημαντικές δαπάνες για την οικονομία και μεσοπρόθεσμα επιβαρύνει και το ίδιο το κράτος, καθώς, όταν τελεσιδικήσει η απόφαση, αναγκάζεται να καταβάλει και υψηλούς τόκους. Η κυβέρνηση πρέπει να συνεργαστεί σε αυτό το ζήτημα με τους πιστωτές της (ΔΝΤ, ΕΚΤ και ΕΕ), και να εκπληρώσει άμεσα τις υποχρεώσεις της με συμβιβαστική διαδικασία. Η συγκεκριμένη επιλογή θα αποβεί προς όφελος όλων. Οι δημόσιες υπηρεσίες εξοικονομούν τους υψηλούς τόκους που θα πρέπει να καταβάλουν στους αντίδικους, όταν εκδικαστούν οι υποθέσεις και επιδικαστούν οι απαιτήσεις. Επιπλέον, εάν η κυβέρνηση εξοφλήσει τις οφειλές της σήμερα, μπορεί να ζητήσει από τους αντισυμβαλλόμενους να αποποιηθούν μέρος των αξιώσεών τους. Αυτή η πρακτική θα ενεργούσε επίσης ως τονωτική ένεση στην αγορά και θα ήταν ευεργετική για όλους τους τομείς της οικονομίας. Θα αποτελούσε, επίσης, πολύ ευνοϊκή ρύθμιση για το τραπεζικό σύστημα, καθώς πολλές εταιρίες έχουν εκχωρήσει τις απαιτήσεις τους κατά του κράτους για τη χρηματοδότησή τους. Επιπλέον η πρόταση αυτή θα μειώσει το νοσηρό φαινόμενο της συναλλαγής μεταξύ επιχειρηματιών και κρατικών αξιωματούχων (λ.χ. δημάρχων, διευθυντών ΔΕΚΟ) οι οποίοι λαμβάνουν χρήματα κάτω από το τραπέζι προκειμένου να ικανοποιήσουν κατά προτεραιότητα τους «φίλους» τους και τους πολιτικούς τους σπόνσορες.

Επιστροφή στο ΜΕΝΟΥ   

Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε